ξυλόφωνο
Προφορά
Ετυμολογία
ξυλόφωνο ξύλον + φωνή
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το ξυλόφωνο
✦ είδος κρουστού μουσικού οργάνου που αποτελείται από ξύλινες πλάκες που κρούονται με ραβδάκια τα οποία φέρουν κεφαλές από μαλακό ή σκληρό υλικό που επηρεάζει τη χροιά του ήχου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–