ξεκουρδίζω


ξεκουρδίζω
Προφορά

Ετυμολογία
ξεκουρδίζω ξε- + κουρδίζω – κουρντίζω

Ερμηνεία
ξεκουρδίζω

✦ κ. ξεκουρντίζω ρ. (ξεκούρδ(ντ)-ισα, -ίστηκα, -ισμένος) χαλαρώνω τη χορδή ή το ελατήριο
✦ ξεκουρδίζομαι, μένω ακούρδιστος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.