ξεκαρδιστικός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ξεκαρδιστικόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/ξεκαρδιστικός.mp3Ετυμολογίαξεκαρδιστικός ξεκαρδίζω Ερμηνεία└επίθετο┘ ξεκαρδιστικός -ή, -ό ✦ που προκαλεί ακράτητα γέλια: έπαιξα κωμωδία, και μάλιστα ξεκαρδιστική (Γ. Θεοτοκάς) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–