ξαναγεννιούμαι


ξαναγεννιούμαι
Προφορά

Ετυμολογία
ξαναγεννιούμαι ξανά + γεννιέμαι

Ερμηνεία
ξαναγεννιούμαι

✦ κ. ξαναγεννιούμαι ρ. (ξαναγενν-ήθηκα, -ημένος) αναζωογονούμαι, ξαναβρίσκω τη χαμένη ζωντάνια: από τότε που γύρισε στον τόπο του, ξαναγεννήθηκε

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.