ντεμοντέ


ντεμοντέ
Προφορά

Ετυμολογία
ντεμοντέ └γαλλ┘ démodé

Ερμηνεία
επίθετο
άκλιτο┘ ντεμοντέ

✦ όχι σύμφωνος με τη μόδα
✦ απαρχαιωμένος, ξεπερασμένος: ντεμοντέ ιδέες
✦ (ως επίρρ.) κατά τρόπο που δεν συμφωνεί με τη μόδα: ντύνεται ντεμοντέ

Συνώνυμα

Αντίθετα
μοντέρνος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.