νεφρό


νεφρό
Προφορά

Ετυμολογία
νεφρό αρχαία ελληνική ὁ νεφρός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το νεφρό

✦ καθένα από τα δύο αδενώδη ουροποιητικά όργανα του σώματος, που βρίσκονται προς τα πίσω και επάνω της κοιλιακής κοιλότητας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.