νεοφερμένος


νεοφερμένος
Προφορά

Ετυμολογία
νεοφερμένος νέος + φέρνω

Ερμηνεία
νεοφερμένος

✦ -η, -ο κ. νεοφερμένος, -η, -ο κ. νιόφερτος, -η, -ο επίθ. ο πρόσφατα φερμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.