μπουφές


μπουφές
Προφορά

Ετυμολογία
μπουφές └γαλλ┘ buffet

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο μπουφές

✦ έπιπλο για τα σερβίτσια
✦ τμήμα κέντρου αναψυχής όπου σερβίρονται ποτά ή εδέσματα
✦ τραπέζι με ποτά και φαγητά για καλεσμένους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.