μπλέιζερ


μπλέιζερ
Προφορά

Ετυμολογία
μπλέιζερ └αγγλ┘blazer

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το μπλέιζερ

✦ σπορ, ελαφρύ σακάκι που συν. φέρει έμβλημα σχολείου, συλλόγου κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.