μάρτυρας


μάρτυρας
Προφορά

Ετυμολογία
μάρτυρας αρχαία ελληνική μάρτυς

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η μάρτυρας

✦ πρόσωπο που δίνει πληροφορίες σε δικαστική αρχή
✦ ο θεατής πράξεως ή γεγονότος
✦ πρόσωπο που θανατώθηκε για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ή που δεινοπάθησε για την ιδεολογία του
✦ άνθρωπος που ζει βασανισμένα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.