κονίαμα


κονίαμα
Προφορά

Ετυμολογία
κονίαμα αρχαία ελληνική κονίαμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κονίαμα

✦ μείγμα από ασβέστη και άμμο ή τσιμέντο, που χρησιμοποιείται σε δομικές εργασίες, σοβάς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.