κιμάς


κιμάς
Προφορά

Ετυμολογία
κιμάς └τουρκ┘kιyma

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κιμάς

✦ κρέας λεπτοκομμένο με μηχανή, ώστε να αποτελεί πολτώδη μάζα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.