καλλιεργώ


καλλιεργώ
Προφορά

Ετυμολογία
καλλιεργώ μεταγενέστερη ελληνική καλλιεργῶ

Ερμηνεία
ρήμα καλλιεργώ -είς, -εί

✦ δουλεύω τη γη, για να αποδώσει καρπούς, ή για να αναπτυχθούν τα φυτά
(μτφ. ) επιδίδομαι σε κάτι με ζήλο, με σκοπό τη βελτίωση της απόδοσης, την καλύτερη ανάπτυξη των δυνατοτήτων: καλλιεργώ το πνεύμα |(ιατρ.) προκαλώ πολλαπλασιασμό μικροβίων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.