καζίκι


καζίκι
Προφορά

Ετυμολογία
καζίκι └τουρκ┘kazιk

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το καζίκι

✦ πάσσαλος
✦ δύσκολη, δυσάρεστη περίσταση: άσ’ τα, μεγάλο καζίκι, να δούμε πώς θα τα βγάλουμε πέρα

Συνώνυμα
φιάσκο
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.