κίτρινος


κίτρινος
Προφορά

Ετυμολογία
κίτρινος μεταγενέστερη ελληνική κίτρινος

Ερμηνεία
κίτρινος

✦ -ινη, -ινο επίθ. (Κ -ίνη, -ινον) που έχει το χρώμα του κίτρου, του λεμονιού
✦ ωχρός, χλομός
✦ το ουδ. το κίτρινο ως ουσ., το χρώμα του κίτρου, του λεμονιού
✦ κίτρινος τύπος, οι εφημερίδες που επιδιώκουν αύξηση της κυκλοφορίας τους με σκανδαλοθηρικά δημοσιεύματα
✦ κίτρινη κάρτα, η κάρτα που δείχνει ο διαιτητής ποδοσφαιρικού αγώνα σε παίκτη που έχει διαπράξει σοβαρή παράβαση των κανονισμών του αγώνα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.