ιδεοκινητικός
Προφορά
Ετυμολογία
ιδεοκινητικός ιδέα + κινητικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ιδεοκινητικός -ή, -ό
✦ που μετέχει ταυτοχρόνως στη σκέψη και την κινητικότητα
✦ ιδεοκινητικό φαινόμενο, (ψυχολ.) αυτόματη εκτέλεση πράξης, χωρίς τη συμμετοχή της βουλήσεως
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–