θεωρία
Προφορά
Ετυμολογία
θεωρία αρχαία ελληνική θεωρία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η θεωρία
✦ η ενέργεια του θεωρώ
✦ πνευματική έρευνα και γνώση αφηρημένη ενός αντικειμένου (ανεξάρτητη από τις εφαρμογές)
✦ σύνολο κανόνων, συστηματικά οργανωμένων, που χρησιμεύουν ως βάση μιας επιστήμης και ερμηνεύουν γεγονότα ορισμένης κατηγορίας
✦ διδασκαλία, όχι πρακτική, για ορισμένο θέμα
✦ ωραία εξωτερική εμφάνιση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–