θαλασσαιμία
Προφορά
Ετυμολογία
θαλασσαιμία └γαλλ┘ thalassémie
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η θαλασσαιμία
✦ κληρονομική μορφή αιμολυτικής αναιμίας που παρατηρείται στους κατοίκους της Μεσογείου, ά. μεσογειακή αναιμία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–