ζώδιο


ζώδιο
Προφορά

Ετυμολογία
ζώδιο αρχαία ελληνική ζώδιον, υποκοριστικό του ζῶον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ζώδιο

✦ καθένα από τα δώδεκα τμήματα του ζωδιακού κύκλου, από τα οποία τα περισσότερα έχουν ονόματα ζώων (Λέων, Ταύρος, Ιχθύες κτλ.)
(μτφ. ) μοίρα, γραφτό: το είχε το ζώδιό του να πεθάνει νέος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.