ζωοδότρα


ζωοδότρα
Προφορά

Ετυμολογία
ζωοδότρα μεταγενέστερη ελληνική ζωοδότης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ζωοδότρα

✦ θηλ. ζωοδότρα κ. ζωοδότειρα που δίνει ζωή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.