επιταχύνω


επιταχύνω
Προφορά

Ετυμολογία
επιταχύνω αρχαία ελληνική ἐπιταχύνω

Ερμηνεία
ρήμα επιταχύνω

✦ αυξάνω την ταχύτητα κινήσεως ή ενέργειας
✦ επισπεύδω κάτι, συντομεύω το χρόνο

Συνώνυμα

Αντίθετα
επιβραδύνω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.