επιδεικνύω


επιδεικνύω
Προφορά

Ετυμολογία
επιδεικνύω αρχαία ελληνική ἐπιδεικνύω – ἐπιδείκνυμι

Ερμηνεία
επιδεικνύω

✦ κ. επιδείχνω ρ. (επέδειξα, επιδ-είχτηκα, -ειγμένος) παρουσιάζω, εκθέτω σε θέα: επιδεικνύουν με υπερηφάνεια την οικογενειακή συλλογή κοσμημάτων
✦ προβάλλω ιδιότητα, ικανότητά μου για να προκαλέσω θαυμασμό: η δύναμή μας είναι τόσο μεγάλη, ώστε δεν έχομε ανάγκη να την επιδεικνύομε (Άγγ. Βλάχος)
✦ (μέσ.) επιδεικνύομαι κ. επιδείχνομαι, επιδιώκω τον εντυπωσιασμό των άλλων με τη φανταχτερή παρουσίαση πλεονεκτημάτων ή ικανοτήτων μου: είναι πάντα σκόπιμο να επιδείχνονται η ισχύς και η δύναμη (Άγγ. Βλάχος)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.