επαναληπτικός


επαναληπτικός
Προφορά

Ετυμολογία
επαναληπτικός επαναλαμβάνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ επαναληπτικός -ή, -ό

✦ που επαναλαμβάνεται ή επαναλαμβάνει: επαναληπτικές εκλογές – επαναληπτικό όπλο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.