ενορία


ενορία
Προφορά

Ετυμολογία
ενορία μεταγενέστερη ελληνική ἐνορία, └θηλ┘ του επιθέτου ἐνόριος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ενορία

✦ μικρή εκκλησιαστική περιφέρεια, που παίρνει το όνομά της από το ναό που βρίσκεται σ’ αυτήν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.