ενίοτε


ενίοτε
Προφορά

Ετυμολογία
ενίοτε αρχαία ελληνική └φρ┘ἔνι ἄτε (κάποτε)

Ερμηνεία
επίρρημα ενίοτε

✦ μερικές φορές, πότε πότε

Συνώνυμα
κάποτε
Αντίθετα
πάντοτε, ουδέποτε
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.