ελαττώνω


ελαττώνω
Προφορά

Ετυμολογία
ελαττώνω αρχαία ελληνική ἐλαττόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα ελαττώνω

✦ λιγοστεύω, περιορίζω: ο γιατρός του σύστησε να ελαττώσει τη δόση

Συνώνυμα

Αντίθετα
αυξάνω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.