εκποιώ


εκποιώ
Προφορά

Ετυμολογία
εκποιώ αρχαία ελληνική ἐκποιῶ

Ερμηνεία
ρήμα εκποιώ -είς, -εί

✦ πουλώ
✦ (ειδ.) ξεπουλώ, ξεκάνω, πουλώ όσο όσο: τώρα, με την κρίση, οι έμποροι εκποιούν ό,τι έχουν και δεν έχουν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.