εγκατάσταση


εγκατάσταση
Προφορά

Ετυμολογία
εγκατάσταση εγκαθίστημι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εγκατάσταση

✦ τοποθέτηση, εγκαθίδρυση
✦ μόνιμη διαμονή
✦ (νομ.) διορισμός: εγκατάσταση κληρονόμου
✦ πληθ. εγκαταστάσεις, τα κτίσματα, μηχανήματα και γεν. τα στοιχεία του πάγιου ενεργητικού μιας οικονομικής μονάδας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.