εαυτοσκοπία


εαυτοσκοπία
Προφορά

Ετυμολογία
εαυτοσκοπία εαυτός + σκοπώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εαυτοσκοπία

(ιατρ.) ανώμαλη αντίληψη κάποιου που θεωρεί ότι το σώμα του υπάρχει έξω από τον εαυτό του

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.