δύσοσμος


δύσοσμος
Προφορά

Ετυμολογία
δύσοσμος αρχαία ελληνική δύσοσμος

Ερμηνεία
επίθετο┘ δύσοσμος -η, -ο

✦ που έχει δυσάρεστη οσμή

Συνώνυμα
κάκοσμος
Αντίθετα
εύοσμος, ευωδιαστός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.