διόδια


διόδια
Προφορά

Ετυμολογία
διόδια μεταγενέστερη ελληνική διόδιον, └ουδ┘ του επιθέτου διόδιος

Ερμηνεία
διόδια

✦ ουσ. φόρος για τη χρησιμοποίηση δρόμων ή γεφυρών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.