διαφορά


διαφορά
Προφορά

Ετυμολογία
διαφορά αρχαία ελληνική διαφορά

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η διαφορά

✦ έλλειψη ομοιότητας ή ισότητας ανάμεσα σε πρόσωπα ή πράγματα: παρά τις διαφορές της νοοτροπίας και της ιδιοσυγκρασίας, οι δύο σύζυγοι ήτανε καλοί φίλοι (Γ. Θεοτοκάς)
✦ διαφωνία: από καιρό είχαν διαφορές με τους γείτονες
✦ (νομ.) κατάσταση κατά την οποία κάποιος καταφεύγει στο δικαστήριο ζητώντας να του αναγνωριστεί δικαίωμα που ισχυρίζεται ότι έχει: ιδιωτική διαφορά – εργατικές διαφορές (οι μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών)
✦ (φιλοσ.) χαρακτηριστικό γνώρισμα, ιδιότητα με την οποία μπορεί να αναγνωριστεί η ιδιαιτερότητα κάποιου
✦ το ποσό ανάμεσα σε δύο τιμές ή μεγέθη
✦ (μαθημ.) το εξαγόμενο της αφαίρεσης, υπόλοιπο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.