διαθήκη


διαθήκη
Προφορά

Ετυμολογία
διαθήκη αρχαία ελληνική διαθήκη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η διαθήκη

✦ το έγγραφο με το οποίο ένα άτομο ορίζει την τύχη της περιουσίας του μετά το θάνατό του
(μτφ. ) συμβουλές προς τους μεταγενέστερους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.