διάθεση


διάθεση
Προφορά

Ετυμολογία
διάθεση αρχαία ελληνική διάθεσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η διάθεση

✦ τοποθέτηση, διάταξη στο χώρο
✦ παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης
✦ τοποθέτηση χρημάτων
✦ ανάλωση
✦ η κληρονομική μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων
✦ η ψυχική κατάσταση, το κέφι
✦ επιθυμία, προθυμία
✦ (γραμμ.) ιδιότητα του ρήματος που δηλώνει ότι το υποκείμενο ενεργεί, παθαίνει ή βρίσκεται σε μια κατάσταση.

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.