δημοφιλής


δημοφιλής
Προφορά

Ετυμολογία
δημοφιλής δήμος + φιλέω -ώ (= αγαπώ)

Ερμηνεία
επίθετο┘ δημοφιλής -ής, -ές

✦ ο συμπαθής, ο αγαπητός στο λαό: αντί να προσπαθείς να γίνεις δημοφιλής μοιράζοντας… από δικά σου χρήματα, δημιουργείς δαπάνες κι επιδόματα (Άγγ. Βλάχος)

Συνώνυμα
λαοφιλής, κοσμαγάπητος
Αντίθετα
λαομίσητος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.