γυρευτός


γυρευτός
Προφορά

Ετυμολογία
γυρευτός γυρεύω

Ερμηνεία
επίθετο┘ γυρευτός -ή, -ό

✦ ο παραχωρούμενος μετά από ζήτηση
✦ αυτός που αξίζει να τον ζητήσει κάποιος, περιζήτητος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
γυρευτά

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.