γυμνότητα


γυμνότητα
Προφορά

Ετυμολογία
γυμνότητα μεταγενέστερη ελληνική γυμνότης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η γυμνότητα

✦ η κατάσταση του γυμνού, γύμνια
✦ στέρηση, ανεπάρκεια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.