γυαλένιος


γυαλένιος
Προφορά

Ετυμολογία
γυαλένιος └ουσ┘ γυαλί

Ερμηνεία
επίθετο┘ γυαλένιος -ια, -ιο

✦ ο κατασκευασμένος από γυαλί

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.