γρύφονας


γρύφονας
Προφορά

Ετυμολογία
γρύφονας αρχαία ελληνική γρύψ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο γρύφονας

✦ γρύπας (βλ. λ.) : τον μεγάλο γρύφονα που έχει ορθάνοιχτα τα φτερά του (Άγγ. Βλάχος)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.