γρίφος


γρίφος
Προφορά

Ετυμολογία
γρίφος αρχαία ελληνική γρῖφος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο γρίφος

✦ ασαφής και σκοτεινός λόγος
✦ αίνιγμα
✦ το ακατανόητο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.