γουρλής


γουρλής
Προφορά

Ετυμολογία
γουρλής └τουρκ┘ugurlu (= τυχερός)

Ερμηνεία
γουρλής

✦ -ού κ. -ίδισσα, -ίδικο επίθ. (για πρόσ.) που έχει ή φέρνει τύχη, καλότυχος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.