γουργουρητό


γουργουρητό
Προφορά

Ετυμολογία
γουργουρητό γουργουρίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το γουργουρητό

✦ ο ήχος από τη μετακίνηση υγρών και αερίων στα έντερα
✦ κάθε παρόμοιος ήχος και ιδ. ο ήχος που παράγεται κατά το άδειασμα του νερού από δοχεία με στενό λαιμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.