γναφεύς


γναφεύς
Προφορά

Ετυμολογία
γναφεύς αρχαία ελληνική κναφεύς

Ερμηνεία
γναφεύς

✦ αυτός που κατεργάζεται μαλλί
✦ αυτός που λευκαίνει υφάσματα, λευκαντής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.