γκρας


γκρας
Προφορά

Ετυμολογία
γκρας όν. του εφευρέτη Gras

Ερμηνεία
γκρας

✦ είδος παλιού τουφεκιού: θα πάρεις γκράδες και σφαίρες (Ηλ. Βενέζης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.