γιούλι
Προφορά
Ετυμολογία
γιούλι ιούλι, υποκοριστικό του αρχαίου ελληνικού ἴον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το γιούλι
✦ το φυτό ίον το εύοσμον και το άνθος του, ά. μενεξές, βιολέτα, μανουσάκι
✦ το φυτό υάκινθος ο ανατολικός και το άνθος του, ά. ζουμπούλι
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–