γιαπράκι


γιαπράκι
Προφορά

Ετυμολογία
γιαπράκι └τουρκ┘yaprak (= φύλλο)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το γιαπράκι

✦ ντολμάδες, φαγητό από ρύζι, κιμά, μπαχαρικά κτλ. που τυλίγονται σε αμπελόφυλλα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.