για


για
Προφορά

Ετυμολογία
για πρόθ. μεσαιωνική ελληνική γιά

Ερμηνεία
για

✦ πρόθ. ή προτρεπτικό μόριο
✦ ως πρόθεση συντασσόμενη με αιτιατ. σημαίνει λόγο, αιτία, ή σκοπό: ήρθα για να τα κουβεντιάσουμε
✦ κίνηση προς τόπο: φεύγομε για τη Θεσσαλονίκη
✦ χρόνο: θα σε απασχολήσω για δέκα λεπτά
✦ αρμοδιότητα, καταλληλότητα: δεν κάνει γι’ αυτή τη δουλειά
✦ τίμημα, αξία: το αγόρασα φτηνά, για πέντε χιλιάδες
✦ αντιμισθία: δουλεύει για πενταροδεκάρες
✦ αναφορά: όσο για το άλλο, θα τα ξαναπούμε
✦ ως πρόθεση συντασσόμενη με ονομαστική φανερώνει προορισμό, αρμοδιότητα, καταλληλότητα (με σημασία αντίστοιχη του ως ή του σαν): πάει για δήμαρχος – δεν κάνει για καθηγητής
✦ ως μόριο, με αιτιατική φανερώνει ευχή ή επίκληση, εξορκισμό: για τ’ όνομα του Θεού μην το κάνεις
✦ με προστακτ. σημαίνει προτροπή, απαγόρευση, απειλή κτλ.: για πρόσεξε καλά – για τόλμησε και θα δεις κτλ.
✦ για να, σύνδ. τελικός, αιτιολογικός (αντί του επειδή), συμπερασματικός (αντί του ώστε να) ή διαζευκτικός (αντί του ή)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.