βραστήρας


βραστήρας
Προφορά

Ετυμολογία
βραστήρας βράζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο βραστήρας

✦ δοχείο για το βρασμό
✦ (ναυτ.) συσκευή που μετατρέπει το θαλάσσιο νερό σε πόσιμο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.