βενζινάκατος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply βενζινάκατοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/βενζινάκατος.mp3Ετυμολογίαβενζινάκατος βενζίνη + αρχαία ελληνική ἄκατος (= βάρκα) Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η βενζινάκατος ✦ μικρό σκάφος που κινείται με βενζινομηχανή Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–