απόδοση


απόδοση
Προφορά

Ετυμολογία
απόδοση αρχαία ελληνική ἀπόδοσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η απόδοση

✦ επιστροφή οφειλομένου: απόδοση χρεών
✦ απονομή: απόδοση τιμών
✦ αναφορά, αναγωγή: απόδοση ευθυνών
✦ παραγόμενο έργο: η απόδοση της μηχανής
✦ κέρδος, πρόσοδος: απόδοση επιχειρήσεως
✦ μετάφραση: δεν ευτύχησε η απόδοση στα ελληνικά του έργου του Άγγλου συγγραφέα
✦ ερμηνεία θεατρικού ρόλου ή μουσικού μέρους: εξαιρετική η απόδοση του θιάσου
✦ (συντακτ.) η κύρια πρόταση υποθετικού λόγου, στην οποία αποδίδεται η υποθετική

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.